Πού να πάω μακριά από το Πνεύμα σου; και μακριά απ’ την παρουσία σου πού να φύγω; Αν ανεβώ στους ουρανούς, εσύ είσ’ εκεί· αν στρώσω το κρεβάτι μου στον άδη, εκεί είσαι πάλι.
Εσύ έφτιαξες όλη την ύπαρξή μου, με ύφανες μες στην κοιλιά της μάνας μου. Σ’ ευχαριστώ που μ’ έκανες πλάσμα σου τόσο θαυμαστό –όλα όσα κάνεις είν’ εξαίσια κι εγώ αυτό πολύ καλά το ξέρω.
Διερεύνησέ με, Θεέ, και μάθε την καρδιά μου· δοκίμασέ με και γνώρισε τις σκέψεις μου. Δες αν ακολουθώ ένα δρόμο άνομο· κι οδήγησέ με στης αιώνιας ζωής το δρόμο.
Εσύ, αντίθετα, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε στο πιο απόμερο δωμάτιο του σπιτιού σου, κλείσε την πόρτα σου και προσευχήσου εκεί κρυφά στον Πατέρα σου· κι ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σε ανταμείψει φανερά.
Μα εκείνοι που στον Κύριο ελπίζουν, ανανεώνουν τις δυνάμεις τους· φτερά αποκτούνε σαν του αϊτού, τρέχουν χωρίς να εξασθενούν, βαδίζουνε δίχως και ν’ αποσταίνουν.